Η απόκτηση βελγικής υπηκοότητας σύντομα θα γίνει πολύ πιο ακριβή. Η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση αποφάσισε να αυξήσει το κόστος της διαδικασίας αίτησης από 150 ευρώ σε 1.000 ευρώ.
Το αυξημένο κόστος της διαδικασίας «δήλωση ιθαγένειας» για να γίνει κανείς Βέλγος συμπεριλήφθηκε στη συμφωνία συνασπισμού. Το περασμένο Σαββατοκύριακο, παρουσιάστηκε ως μέρος της Ομοσπονδιακής «Συμφωνίας του Πάσχα» μαζί με αυτό που η κυβέρνηση αποκαλεί την «αυστηρότερη πολιτική ασύλου και μετανάστευσης που έγινε ποτέ».
«Η απόκτηση της εθνικότητάς μας είναι ένα σημαντικό ορόσημο σε μια επιτυχημένη διαδικασία μετανάστευσης και ένταξης», δήλωσε η ομοσπονδιακή υπουργός για το Άσυλο και τη Μετανάστευση, Anneleen Van Bossuyt.
Από τις πιο ακριβές διαδικασίες στην Ευρώπη
Το 2023 (τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία), ένα ρεκόρ σχεδόν 55.000 νεοφερμένων – από αιτούντες άσυλο έως εκπατρισμένους – έλαβαν βελγική υπηκοότητα.
Επί του παρόντος, οι ξένοι που ακολουθούν τη διαδικασία «δήλωσης ιθαγένειας» ή τη διαδικασία πολιτογράφησης για να αποκτήσουν τη βελγική ιθαγένεια πρέπει να πληρώσουν τέλος εγγραφής 150 ευρώ, που ισοδυναμεί περίπου με το διοικητικό κόστος.
Με αυτό το μέτρο, το τέλος εγγραφής θα ανέλθει στα 1.000 ευρώ – σχεδόν επταπλάσια αύξηση του ποσού που πρέπει να καταβληθεί. Αν και αυτό είναι πολύ χαμηλότερο από το αρχικά προτεινόμενο ποσό των 5.000 ευρώ, εξακολουθεί να καθιστά τη διαδικασία μία από τις πιο δαπανηρές στην ΕΕ, μόνο πίσω από την Αυστρία, την Ιρλανδία και την Ολλανδία. Μάλιστα, σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, το ποσό δεν θα επιστρέφεται στους αιτούντες (κάτι που άλλωστε ισχύει και για το τρέχον τέλος των €150).
Ωστόσο, ο ειδικός στη μετανάστευση και την ένταξη Thomas Huddleston (Πανεπιστήμιο της Λιέγης) πιστεύει ότι «η φορολόγηση της βελγικής υπηκοότητας είναι μια φρικτή ιδέα, τόσο για την οικονομία όσο και την ένταξη».
«Στα γαλλικά, υπάρχει η έκφραση une fausse bonne idée*. Ενώ η αύξηση του κόστους της πολιτογράφησης ακούγεται σαν κάτι που πρόκειται να βοηθήσει την οικονομία και την ένταξη, στην πραγματικότητα κάνει το ακριβώς αντίθετο», σύμφωνα με τον καθηγητή. «Ο καθορισμός ενός τόσο τεχνητά υψηλού κόστους λέει στους περισσότερους μετανάστες, συμπεριλαμβανομένων των ομογενών και αυτών των πιο υψηλών εισοδημάτων, ότι η υπηκοότητα δεν είναι για αυτούς».
Πολλοί οικονομολόγοι έχουν αποδείξει ότι υπάρχει ένα «ασφάλιστρο υπηκοότητας» για τις νέες αφίξεις. «Οι μετανάστες που ενθαρρύνονται να γίνουν πολίτες έχουν περισσότερες πιθανότητες να αφήσουν τις ρίζες τους στην κοινωνία, να πάρουν μεγάλες αποφάσεις για τη ζωή τους και να επενδύσουν στις δεξιότητές τους. Όταν στη συνέχεια γίνουν πολίτες, ανοίγονται περισσότερες ευκαιρίες για δουλειά και ζωή».
Κάτι περισσότερο από μεταναστευτική πολιτική
Ως εκ τούτου, οι εργοδότες αναγνωρίζουν πολύ καλύτερα τις δεξιότητές τους, είναι πιο πιθανό να επενδύσουν στην κατάρτισή τους στην εργασία και να τους προσλάβουν ή να τους προωθήσουν. «Έτσι παίρνουν υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης, αλλά και υψηλότερους μισθούς, πιο ασφαλείς θέσεις εργασίας, περισσότερες θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα».
«Επομένως, εάν ο γενικός στόχος της νέας ομοσπονδιακής κυβέρνησης είναι να αυξήσει τα ποσοστά απασχόλησης στο Βέλγιο – που φαινομενικά είναι ο λόγος που εγκρίνονται όλα αυτά τα μέτρα – αυτό έρχεται σε αντίθεση με την ιδέα της φορολόγησης της βελγικής υπηκοότητας», συνεχίζει ο Huddleston. «Η ιθαγένεια είναι κάτι περισσότερο από μεταναστευτική πολιτική. Αυτή η ιδέα μιας αυστηρής μεταναστευτικής πολιτικής έρχεται σε σύγκρουση με τον στόχο τους να προωθήσουν την απασχόληση και την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας».
Οι νεοεισερχόμενοι εκτός ΕΕ πρέπει ήδη να παρακολουθήσουν μαθήματα ολλανδικών και να περάσουν, μεταξύ άλλων, ένα τεστ μαθημάτων κοινωνικού προσανατολισμού
Εκτός από το αυξημένο κόστος, όποιος θέλει να γίνει Βέλγος θα πρέπει τώρα να υποβληθεί σε υποχρεωτική και δεσμευτική «εξέταση ιθαγένειας», που αποτελείται από τεστ υπηκοότητας (που δείχνει κατανόηση της ουδετερότητας της κυβέρνησης και της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών) και ένα τεστ γλώσσας.
Το απαιτούμενο επίπεδο γλώσσας θα αυξηθεί σε Β1 (ανεξάρτητοι ομιλητές). Οι νεοφερμένοι πρέπει να περάσουν το τεστ, καθώς η κοινωνική ή οικονομική ένταξη δεν θα είναι επαρκής για να αποδείξουν τις γλωσσικές τους δεξιότητες.
Όπως και πριν, η γλώσσα καθορίζεται από την περιφέρεια στην οποία υπέβαλαν αίτηση για την υπηκοότητα: στη Φλάνδρα, πρέπει να δώσουν εξετάσεις ολλανδικής γλώσσας. Στη Βαλλονία θα δώσουν εξετάσεις γαλλικών. Στη γερμανόφωνη κοινότητα, θα είναι τα γερμανικά. Και στις Βρυξέλλες, μπορεί να είναι ολλανδικά ή γαλλικά.
Εν κατακλείδι, απομένει να δούμε αν αυτό το μέτρο θα έχει αντίκτυπο στον αριθμό των αιτήσεων πολιτογράφησης στο Βέλγιο και αν θα πυροδοτήσει περαιτέρω τις συζητήσεις σχετικά με την προσβασιμότητα της ιθαγένειας για ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες.
* Σε ελεύθερη μετάφραση η έκφραση χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει μια εκ πρώτης πρωτότυπη και ελκυστική ιδέα, αλλά που εκ των υστέρων αποδεικνύεται λιγότερο σημαντική ή χρήσιμη από ό,τι αναμενόταν, ή ακόμη και με αρνητικά ή απροσδόκητα αποτελέσματα.