Η διαχωριστική γραμμή του Βελγίου: Βάφλες Βρυξελλών ή Λιέγης;

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Το Βέλγιο έχει έξι κυβερνήσεις, τρεις γλώσσες και αμέτρητα είδη βάφλας, αν εντρυφήσουμε αρκετά βαθιά στην ιστορία. Παρόλα αυτά, δύο είναι οι συνταγές που κυριαρχούν σήμερα: η βάφλα Βρυξελλών και η βάφλα Λιέγης (ή Gaufres de Bruxelles και Gaufres liégeoises, γαλλιστί). Πώς φτάσαμε όμως ως εδώ; Και ποια η διαφορά τους; Εντέλει, είναι πράγματι (και) οι βάφλες τόσο διχαστικές;

Αυτή η γλυκιά λιχουδιά υπάρχει ήδη από τον 15ο αιώνα, αν και η πολιτιστική της σημασία έχει εξελιχθεί από τότε. Κάποτε ήταν μια λιχουδιά που προοριζόταν για τους ευγενέστερους ανθρώπους, διαδόθηκε στις μάζες με τη μορφή πασχαλινής λιχουδιάς. Όταν η Ευρώπη υιοθέτησε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο τον 16ο αιώνα, οι εορτασμοί της Πρωτοχρονιάς μετατοπίστηκαν στην 1η Ιανουαρίου και η ετήσια προτίμηση για τη βάφλα ακολούθησε.

Κατά κύριο λόγο πρόκειται για μια παράδοση που ανήκε στις Κάτω Χώρες (Βέλγιο, Λουξεμβούργο και Ολλανδία), με την πάροδο των χρόνων προέκυψαν περιφερειακές παραλλαγές. Για παράδειγμα, στη Δυτική Φλάνδρα προσφέρεται η λεπτή βάφλα lukken, η οποία παραδοσιακά ψήνεται στην αρχή του έτους με την ελπίδα ότι θα φέρει καλή τύχη (geluk σημαίνει «τύχη» στα ολλανδικά).

Μέχρι τον 19ο αιώνα, οι βάφλες αποτελούσαν ένα δημοφιλές έθιμο που πωλούνταν σε «παλάτια» – κινητά τεϊοποτεία που έκαναν το γύρο των Κάτω Χωρών. Το 1890, ο Βέλγος αρτοποιός Jules De Strooper δημιούργησε μια ακόμη πιο λεπτή εκδοχή του lukken και ο γιος του εξήγαγε αυτή την προσαρμογή στις ΗΠΑ, το 1964.

Οι Γιάνκηδες πήραν μια μυρωδιά από τη βάφλα και της έδωσαν τη διεθνή αναγνώριση που απολαμβάνει σήμερα. Στην Παγκόσμια Έκθεση της Νέας Υόρκης το 1964, η βελγική οικογένεια Vermersch άνοιξε κατάστημα που πουλούσε «Bel-Gem Brussels Waffles», ονομασία που ερμηνεύτηκε λανθασμένα ως «Βελγικές βάφλες». Το έδεσμα έχει πλέον συνδεθεί άρρηκτα με τη χώρα, αλλά οι σημαντικές διακρίσεις μεταξύ των διαφόρων τύπων βάφλας παραμένουν.

waffles_gaufres_van_people_street

Βρυξέλλες εναντίον Λιέγης

Οι δύο βάφλες που κυριαρχούν σήμερα είναι η βάφλα Βρυξελλών και η βάφλα Λιέγης. Η πρώτη είναι πιο κλασική: ένα οδοντωτό ορθογώνιο με μαλακή, ελαφριά υφή και απλή γεύση. Η δεύτερη είναι πιο τραγανή, πιο ωοειδής και έχει σβόλους ζάχαρης στη ζύμη.

Ως επί το πλείστον, οι Βέλγοι είναι αρκετά αδιάφοροι όσον αφορά την προτίμησή τους στη βάφλα- και οι δύο είναι ευρέως διαδεδομένες και εξίσου διαθέσιμες στο κέντρο των Βρυξελλών και σε άλλους τουριστικούς προορισμούς και οι πωλήσεις είναι πάνω κάτω οι ίδιες. Ωστόσο, τα πράγματα γίνονται πιο έντονα όταν τίθεται το θέμα της επικάλυψης, του «topping» όπως λέμε.

Μια βρυξελλιώτικη βάφλα συνήθως αλείφεται με βούτυρο ή κρέμα γάλακτος (η ζάχαρη άχνη και οι φράουλες είναι επίσης αποδεκτές). Βέβαια, στα κατά τόπους κιόσκια και στα φορτηγάκια, διατίθεται μια πληθώρα υλικών, κάτι που όμως αποδοκιμάζεται από τους πιο σκληροπυρηνικούς λάτρεις της βάφλας. «Οτιδήποτε άλλο είναι βλάσφημο, ειδικά όταν τρώμε μια βάφλα στο χέρι», σύμφωνα με τη βελγίδα αρτοποιό Regula Ysewijn.

Η προσθήκη σε μια βάφλα Λιέγης θεωρείται ακόμη πιο σκανδαλώδης, καθώς η συνταγή περιλαμβάνει ήδη «νιφάδες ζάχαρης» (ένα βελγικό συστατικό), οπότε οποιαδήποτε άλλη προσθήκη θα «κατέστρεφε εντελώς την γευστική αυτή εμπειρία», υπογραμμίζει η Ysewijn.

«Σιδηρά Πολιτική»

Όσο δελεαστικό κι αν είναι να σκάψουμε στις πολωτικές διαιρετικές γραμμές, όπως το ντιμπέιτ «Βρυξέλλες εναντίον Λιέγης», αξίζει να σταθούμε και στον ενοποιητικό συμβολισμό της βάφλας.

Η «σιδηρά πολιτική της βάφλας» αναφέρεται σε μια στρατηγική με στόχο τη δημοσιονομική ισορροπία μεταξύ Βαλλονίας και Φλάνδρας, η οποία εφαρμόστηκε μέχρι το 1988. Για κάθε φράγκο που δαπανούνταν στη μία περιφέρεια, ένα φράγκο δαπανούνταν για ένα παρόμοιο έργο στην άλλη. Με άλλα λόγια, χρειάζονται και οι δύο πλευρές για να φτιαχτεί μια βάφλα.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον τυπικό βελγικό τρόπο, η στρατηγική δεν ήταν τόσο απλή στην πράξη και δημιούργησε πολλαπλά «μεγάλα, άχρηστα έργα», όπως έναν εγκαταλελειμμένο αυτοκινητόδρομο στο Machelen και μια γέφυρα στο Varsenare που δεν οδηγεί πουθενά. Στην στρατηγική αυτή χρεώνεται επίσης το ότι ώθησε το εθνικό χρέος σε πρωτοφανή επίπεδα, το 1981.

Αυτή η πολιτική πλέον αποτελεί ουσιαστικά παρελθόν, εκτός από τις ομοσπονδιακές αρμοδιότητες, όπως οι σιδηροδρομικές υποδομές: το 60% των κονδυλίων κατανέμεται στη Βαλλονία και το 40% στη Φλάνδρα.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Η διαχωριστική γραμμή του Βελγίου: Βάφλες Βρυξελλών ή Λιέγης;"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *