Η περίπτωση ενός Έλληνα Μουτζαχεντίν και εκτιμήσεις μελέτης για το Βέλγιο

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Έως και 600 υπολογίζεται ότι μπορεί να είναι οι Ευρωπαίοι που πολεμούν αυτή την εποχή στο πλευρό των Σύρων ανταρτών και συμμετέχουν μαζί τους στον πόλεμο κατά των κυβερνητικών δυνάμεων της χώρας. Τα στοιχεία για την παρουσία μαχητών από 14 χώρες της Ευρώπης, στις δυνάμεις των Σύρων ανταρτών, δημοσιεύτηκαν στις αρχές Απριλίου, σε έκθεση του Διεθνούς Κέντρου Μελετών για τη Ριζοσπαστικοποίηση (International Centre for the Study of Radicalisation) του King’s College του Λονδίνου.

Σύμφωνα με την έκθεση «περίπου 140 έως 600 Ευρωπαίοι έχουν μεταβεί στη Συρία από τότε που ξεκίνησε ο εμφύλιος (αρχές του 2011), αριθμός που αντιστοιχεί στο 7% – 11% του αριθμού των 2.000 έως 5.500 ξένων, που υπολογίζεται ότι μάχονται αυτή την περίοδο στο πλευρό των Σύρων ανταρτών».

Η διαφορά στην εκτίμηση (140 έως 600) οφείλεται στην ερμηνεία των εκατοντάδων (450) πηγών της έκθεσης. Ο χαμηλός αριθμός βασίζεται σε επιβεβαιωμένα στοιχεία (π.χ. στοιχεία για θανάτους «μαρτύρων» που δημοσιοποιούν πηγές φιλικά προσκείμενες στους αντάρτες), ο υψηλότερος στις κυβερνητικές εκτιμήσεις και σε πληροφορίες που γίνονται γνωστές κατά καιρούς μέσω διαφόρων αραβικών και δυτικών μέσων ενημέρωσης.

Οι Ευρωπαίοι μαχητές προέρχονται από 14 χώρες, μεταξύ των οποίων και το Βέλγιο, ενώ δεν υπάρχουν στοιχεία για συμμετοχή Ελλήνων.

Σύμφωνα με την έκθεση, από το Βέλγιο υπολογίζεται ότι συμμετέχουν 14 έως 85 μαχητές, από τη Γαλλία 30 έως 92, από την Ολλανδία από 5 έως 107, από τη Βρετανία 28 έως 132, από τη Γερμανία 3 έως 40, από την Ιρλανδία περίπου 26 και από τη Δανία 3 έως 78. Η Ισπανία, η Σουηδία, το Κόσοβο, η Φινλανδία, η Βουλγαρία, η Αυστρία και η Αλβανία κατονομάζονται επίσης στην έκθεση, όμως ο αριθμός των μαχητών που προέρχονται από αυτές είναι μικρότερος από δέκα.

Η έκθεση αναφέρει επίσης ότι η πλειονότητα των Ευρωπαίων που πηγαίνουν για να πολεμήσουν στη Συρία, παραμένει στο μέτωπο και μετά το πρώτο διάστημα της προσαρμογής. Στο πλαίσιο αυτό υπάρχει η εκτίμηση πως από τους 600 περίπου Ευρωπαίους, που μετακινήθηκαν στο μέτωπο από τις αρχές του 2011, εξακολουθούν να πολεμούν περίπου 70 έως 441.

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Οι αριθμοί είναι σημαντικοί. Μπορούν να ερμηνευτούν πολλαπλά και να προκαλέσουν ερωτήματα.

Ένα ερώτημα είναι, εάν όλοι αυτοί οι Ευρωπαίοι που μάχονται στο πλευρό των Σύρων ανταρτών, είναι Ισλαμιστές ή ασπάστηκαν τη Τζιχάντ (ιερός πόλεμος) ή ήλθαν σε επικοινωνία με οργανώσεις όπως η Αλ Κάιντα.

Η μελέτη Διεθνούς Κέντρου ICSR απαντά αρνητικά. Δεν είναι όλοι Ισλαμιστές.
Υπάρχουν ανάμεσά τους και ισλαμιστές όμως πολλοί είναι Ευρωπαίοι που απλώς έκαναν αυτή την επιλογή, «βλέποντας τις εικόνες από τις φρικαλεότητες του πολέμου ή ακούγοντας για τις ωμότητες των κυβερνητικών δυνάμεων ή ως αντίδραση στην εντύπωση που είχαν για απουσία υποστήριξης από την πλευρά των αραβικών και των δυτικών χωρών». Αναφέρει επίσης η έκθεση πως «όλα τα ανταρτικά κινήματα στη Συρία δεν είναι Τζιχαντιστές και όλες οι ομάδες των Τζιχαντιστών δεν έχουν δεσμούς με την Αλ Κάιντα».

Ένα άλλο ερώτημα είναι το εάν κάποιοι από αυτούς τους Ευρωπαίους μαχητές, θα μπορούσαν να προκαλέσουν τρομοκρατική απειλή επιστρέφοντας στις πατρίδες τους. Η έκθεση μάλλον απαντά επιφυλακτικά, σημειώνοντας: «Μόνον ένας μικρός αριθμός τους θεωρείται πιθανόν να συμμετάσχουν σε τρομοκρατικές πράξεις μετά την επιστροφή τους στην Ευρώπη». Και προσθέτει: «Θα ήταν λάθος να συμπεράνει κανένας πως τα πρόσωπα που εκπαιδεύτηκαν και πολέμησαν στη Συρία δεν θα αποτελούσαν μία δυνητική απειλή στο μέλλον».

ΑΛΛΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η συστράτευση Ευρωπαίων -όχι πάντα Μουσουλμάνων- στο πλευρό Ισλαμιστών ανταρτών, δεν είναι κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά. Κι άλλες φορές, ήλθαν στη δημοσιότητα παρόμοια περιστατικά, χωρίς να θεωρηθούν μεμονωμένα. Κι αν αυτή τη φορά, η συστράτευση με τους Σύριους αντικαθεστωτικούς δείχνει να συμβαδίζει με τις επιλογές των κρατών της Δύσης, δεν ισχύει το ίδιο για περιστατικά που προηγήθηκαν.

Παρακάτω, καταγράφονται ενδεικτικά περιστατικά, τα οποία σημειώθηκαν την τελευταία δεκαετία (που αφορούν -μεταξύ άλλων- έναν Έλληνα ομογενή αλλά και γεγονότα στις Βρυξέλλες και σε άλλες περιοχές του Βελγίου).

Αμέσως μετά, περιγράφονται δύο ξεχωριστές περιπτώσεις. Ενός Έλληνα που πολέμησε στο πλευρό των Αφγανών Μουτζαχεντίν, ενάντια στην εισβολή των Σοβιετικών. Και μιας Ολλανδής που μπορεί να μην πολέμησε στο πλευρό Ισλαμιστών, αλλά έκανε κάτι παρόμοιο στο πλευρό Λατινοαμερικανών ανταρτών.

Τέλος, για όσους ενδιαφέρονται να διαβάσουν ολόκληρη τη στατιστική μελέτη του Διεθνούς Κέντρου για τη Ριζοσπαστικοποίηση (International Centre for the Study of Radicalisation) του King’s College του Λονδίνου, για τη συμμετοχή ένοπλων Ευρωπαίων πολιτών, στο πλευρό των αντικαθεστωτικών της Συρίας, τους δίνουμε μια δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στο πρωτότυπο.

Το 2002 στα σύνορα του Αφγανιστάν με το Ουζμπεκιστάν, ιδρύθηκε μια Ισλαμική Ένωση Ιερού Πολέμου, με σκοπό την προσέλκυση ξένων μαχητών. Υπολογίζεται ότι εντάχθηκαν στην Οργάνωση δεκάδες Γερμανοί που ασπάσθηκαν το Ισλάμ και έγιναν γνωστοί ως «German Taliban Mujahideen» (Γερμανοί Ταλιμπάν Μουτζαχεντίν).
Μετά το τέλος του πολέμου έφυγε για την Αιθιοπία όπου συμμετείχε στην εξέγερση κατά του δικτάτορα Μενγκίστου. Κι ενώ όλοι τον θεωρούσαν νεκρό, επέστρεψε στην κοσμική ζωή του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης και του Λος Άντζελες (όπου είχε και μια σύντομη ερωτική περιπέτεια με τη Μπάρμπαρα Στρέιζαντ). Εκεί έγινε πολεμικός ανταποκριτής του τηλεοπτικού σταθμού CBS. Με το ξέσπασμα του πολέμου του Κόλπου, ξαναπήγε στο Αφγανιστάν, αναζητώντας τον Μπιν Λάντεν -μέσω των παλιών γνωριμιών του- για να του πάρει συνέντευξη. Βρέθηκε νεκρός στις 7 Σεπτεμβρίου 1998, λίγες ημέρες μετά την άφιξη του, στην πόλη Πεσαβάρ.

Η Tanja Nijmeijer γεννήθηκε στο Τβέντε της Ολλανδίας, τον Φεβρουάριο του 1978.
Στο πλαίσιο των σπουδών της, επισκέφθηκε την Κολομβία το 2000 και εκεί έκανε την πρώτη γνωριμία με τους αντάρτες του Επαναστατικού Στρατού της Κολομβίας (FARC). Επιστρέφοντας στην πατρίδα της, δεν μπόρεσε να μείνει. Συνεπαρμένη από τη γνωριμία της, με τις ιδέες του Επαναστατικού Στρατού, επέστρεψε 2 χρόνια μετά στην Κολομβία και εντάχθηκε στις δυνάμεις τουFARC. Έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη της. Μέχρι το 2007, όταν έπειτα από επιχείρηση σε μια βάση των ανταρτών, ο Κολομβιανός στρατός βρήκε το προσωπικό της ημερολόγιο (στα Ολλανδικά). Αυτό έγινε αιτία για να αποκαλυφθεί, η εκεί παρουσία της. Μεγάλες εφημερίδες έκαναν ολοσέλιδα αφιερώματα για τη ζωή της και για τις σκέψεις της (μεταξύ άλλων και η Βελγική “Le Soir” στις 19/09/2007). Όπως αποκαλύφθηκε, η Tanja είχε ενταχθεί στο μάχιμο τμήμα του FARC και πολεμούσε στις ζούγκλες της Κολομβίας. Συμμετείχε σε απαγωγές ομήρων και ήταν η διερμηνέας των ανταρτών. Από το 2012 συμμετέχει, ως μέλος της αντιπροσωπείας των ανταρτών του FARC, στις συνομιλίες με την κυβέρνηση της Κολομβίας, για κατάπαυση του πυρός και εκεχειρία. Θεωρείται σίγουρο ότι κατέχει πλέον ιδιαίτερα υψηλή θέση στο σύνολο της ιεραρχίας του FARC.

Τη μελέτη του Διεθνούς Κέντρου για τη Ριζοσπαστικοποίηση (International Centre for the Study of Radicalisation) του King’s College του Λονδίνου, για τη συμμετοχή ένοπλων Ευρωπαίων πολιτών, στο πλευρό των αντικαθεστωτικών της Συρίας, μπορείτε να τη διαβάσετε στο πρωτότυπο ΕΔΩ.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Η περίπτωση ενός Έλληνα Μουτζαχεντίν και εκτιμήσεις μελέτης για το Βέλγιο"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *