Η ελληνική γλώσσα και ο ανύπαρκτος μύθος για τις ΗΠΑ.

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Το άκουσα πάλι προχθές από φίλο ομογενή που ζει στις Βρυξέλλες. Το είχα ακούσει και πριν μερικούς μήνες, από έναν επίσης ομογενή που πολιτεύεται στην πέραν του Ατλαντικού ήπειρο. Το είχα ξανακούσει πολλές φορές, παλιότερα. Η αντίδραση των ακροατηρίων, κάθε φορά, από ενθουσιώδης έως αμήχανη. Δείχνει ωραίο να φουσκώνεις τον κόσμο με παραμύθια, καταντά όμως γελοίο όταν παρατραβάει.
    
Τι άκουσα;
Ότι -δήθεν- για μια ψήφο, η ελληνική γλώσσα δεν έγινε επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Θα το ακούσατε κι εσείς ίσως.
    
Μύθος, για να μην πω παραμύθι.
Και το αναφέρω σχεδόν θυμωμένα, διότι θεωρώ απαράδεκτο να επιδιώκουν κάποιοι την “ανύψωση” του ελληνισμού, με ανύπαρκτα γεγονότα, όταν ο ελληνισμός δεν έχει καθόλου ανάγκη από τέτοια μυθεύματα καθώς έχει τόσα και τόσα αληθινά για να κρατιέται στην κορυφή.
    
Σύμφωνα λοιπόν με το παραμύθι αυτό, οι Αμερικανοί, μετά την ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών, έκαναν ψηφοφορία για το ποιά θα είναι η επίσημη γλώσσα του νέου κράτους. Και στην ψηφοφορία αυτή, τα ελληνικά παραλίγο να γίνουν η επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ αλλά “έχασαν” για μια ψήφο.
    
Στην πραγματικότητα ουδέποτε έγινε τέτοια ψηφοφορία. Γι αυτό και στην ομοσπονδιακή νομοθεσία των ΗΠΑ δεν υπάρχει καμία αναφορά σε επίσημη γλώσσα του κράτους. Απλώς η αγγλική θεωρείται de facto εθνική γλώσσα του κράτους, διότι εκ των πραγμάτων αποτελεί μητρική γλώσσα των πολιτών της, σε ποσοστό πάνω από 80%.

Λέει όμως μια παροιμία πως “όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά”. Αν θεωρήσουμε ως “καπνό” το μύθο για την ελληνική γλώσσα και τις ΗΠΑ , τότε τη “φωτιά” θα την αναζητήσουμε σε ένα πραγματικό περιστατικό που συνέβη το 1794 στην Augusta της πολιτείας Virginia. Τη χρονιά αυτή, το τοπικό συμβούλιο κλήθηκε να αποφασίσει εάν η νομοθεσία των ΗΠΑ, θα έπρεπε -σε ότι αφορά στην περιοχή- να είναι γραμμένη και στα γερμανικά, πέρα από τα αγγλικά, λόγω της ύπαρξης πολλών γερμανόφωνων κατοίκων εκεί. Στη σχετική ψηφοφορία, η πρόταση απορρίφθηκε με ψήφους 42 έναντι 41. Ιδού λοιπόν η πραγματική “απόρριψη” για μια ψήφο.
    
Αυτό το πραγματικό γεγονός, παραποιήθηκε προφανώς από κάποιους Έλληνες της εποχής ή μεταγενέστερους -για ευνόητους λόγους- και με τον καιρό άρχισε να διαδίδεται, στην “ελληνική εκδοχή”. Για να διατηρηθεί, όπως φαίνεται, ακόμη και μέχρι σήμερα.

Φαίνεται όμως ότι τέτοιας μορφής παραμυθάδες δεν υπήρξαν μόνο κάποιοι Έλληνες.
Οι ίδιοι οι Γερμανοί, παραποίησαν επίσης το γεγονός, προσθέτοντας ότι αυτός που έδωσε αρνητική ψήφο κατά της γερμανικής γλώσσας, κρίνοντας την ψηφοφορία, ήταν ένας Γερμανός που τον έλεγαν Frederick A. Muhlenberg. Ούτε αυτό ισχύει, αν και παρέμεινε ως μύθος για να καυτηριάζει έναν γερμανό “προδότη”. Οι εμπνευστές του, ίσως να είχαν τους λόγους τους. Ο μύθος είναι ακόμη και σήμερα γνωστός στους γερμανικής καταγωγής αμερικανούς ως “Muhlenberg legend”.

Και επειδή κάποιοι βρήκαν γοητευτική την ιδέα, να μη γίνει, για μια ψήφο, η γλώσσα της ιδιαίτερης πατρίδας τους, επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ, παραποίησαν το γεγονός και τον μύθο στα μέτρα τους.

Οι Ισπανοί για παράδειγμα έχουν έναν παρόμοιο μύθο. Προφανώς προήλθε από τους ισπανόφωνους της California καθώς εκεί επί 30 χρόνια (1849-1879) η ισπανική ήταν επίσημη γλώσσα της πολιτείας, μαζί με την αγγλική. Μέχρι που αυτό καταργήθηκε με απόφαση της πολιτείας και όχι με ψηφοφορία.

Παρεμφερείς μύθοι υπήρξαν και για άλλες γλώσσες, όπως η γαλλική και η εβραϊκή, που στην πάροδο του χρόνου εξαφανίστηκαν, λόγω…αχρησίας.

Καταστάσεις και δεδομένα της εποχής

Για να επανέλθουμε σε σχέση με την ελληνική εκδοχή του μύθου, το απίθανο μιας τέτοιας περίπτωσης μπορεί να εκτιμηθεί και από τα δεδομένα της εποχής που οι ΗΠΑ διακήρυξαν την Ανεξαρτησία τους. Η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας έγινε στις 4 Ιουλίου 1776. Την εποχή εκείνη ελάχιστοι Έλληνες ζούσαν στις ΗΠΑ. Ο μαζικότερος αριθμός ήταν κάπου πεντακόσιοι, που είχαν εγκατασταθεί περίπου 10 χρόνια πριν στη Φλώριδα, χωρίς να μετέχουν στο ελάχιστο, στον αγώνα της Ανεξαρτησίας. Ζούσαν μάλλον ταλαίπωρα και δεν υπήρχε περίπτωση να είχαν δυνατότητα επιρροής στις αποφάσεις που θα λαμβάνονταν για το καινούργιο κράτος (ΗΠΑ).

Ούτε υπήρχε περίπτωση να οδηγούνταν οι ΗΠΑ σε μια τέτοια απόφαση για τη γλώσσα του νέου κράτους, από μια “φιλελληνική” διάθεση των ηγετών του. Ο συντάκτης της Διακήρυξης Thomas Jefferson υπήρξε μεν ελληνομαθής, όμως ο υπερβολικός θαυμασμός που είχε για τη Γαλλία και τη γαλλική επανάσταση, μάλλον θα τον οδηγούσε σε άλλη απόφαση, αν ποτέ έμπαινε τέτοιο ζήτημα.

Ο έτερος ηγέτης της Ανεξαρτησίας, ο αρχιστράτηγος George Washington, δεν ήταν καν σπουδαγμένος (για να έχει τέτοιες ευαισθησίες). Ήταν ένας φλογερός πατριώτης, γενναίος και ικανότατος στρατιωτικός, άγριος σε σημείο να κυκλοφορούν διάφορα μυστικιστικά για δήθεν έφεσή του στην…ανθρωποφαγία (εξ ου και ένας άλλος μύθος, αυτός των Washingtonians) και υπερβολικά πλούσιος για να δαπανά τεράστια ποσά σε εξοπλισμούς του στρατού του, σε σημείο που να του προσάπτουν ότι παντρεύτηκε την αγαπημένη του πλούσια χήρα Martha Custis, μόνο και μόνο για να αυξήσει ακόμη περισσότερο την τεράστια περιουσία του. Τίποτε άλλο.

Το μόνο που ενδιέφερε τον Washington, αναλαμβάνοντας την πρώτη Προεδρία στο νέο κράτος, ήταν να είναι όλα ελεύθερα. Αυτός είναι που έδωσε τη γραμμή της Διακήρυξης ότι “Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι και προικισμένοι με συγκεκριμένα αναφαίρετα δικαιώματα” προβλέποντας στο πλαίσιο αυτό να μην οριστεί στο κείμενο επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ.

Δεν υπήρχε λοιπόν θέμα ιδιαίτερου “φιλελληνισμού” την εποχή της Ανεξαρτησίας (για να στρέψει την προσοχή του στην ελληνική γλώσσα), ούτε κάποιου άλλου ιδιαίτερου “φιλοεθνικού” αισθήματος, πέρα από τον φιλοαμερικανισμό των ίδιων των αμερικανών.

Ο πραγματικός φιλελληνισμός των αμερικανών ηγετών της εποχής εκδηλώθηκε με την έναρξης της Επανάστασης του 1821. Δηλαδή πολύ μετά από την Ανεξαρτησία τους (για να επηρεάσει τις τότε αποφάσεις).

Στην περίπτωση αυτή, η οικογένεια του George Washington έδειξε φιλελληνικά αισθήματα. Μάλιστα ο ανιψιός του William Washington πήγε εθελοντής στην Ελλάδα, πολέμησε τους Οθωμανούς και σκοτώθηκε στο Ναύπλιο. Ο ίδιος υπήρξε και ο συναρπαστικός έρωτας της μεγάλης κόρης του Μάρκου Μπότσαρη, αυτά όμως ίσως δοθεί η ευκαιρία να γραφτούν μια άλλη φορά.

Ας τελειώνουμε εδώ με τις “ιστορίες”. Και με τους μύθους.
Η ελληνική γλώσσα ουδέποτε μπήκε σε ψηφοφορία για να γίνει επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ. Ούτε καν τέθηκε ποτέ τέτοιο θέμα. Η ελληνική γλώσσα έχει τη δική της μοναδική αξία, οικουμενική  αναγνώριση, δημιούργησε παγκόσμια αριστουργήματα. Δεν έχει καμία ανάγκη να την ταυτίζουμε με ανόητα μυθεύματα, όσα γοητευτικά κι αν ακούγονται αυτά, στα αυτιά των ανυποψίαστων.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Η ελληνική γλώσσα και ο ανύπαρκτος μύθος για τις ΗΠΑ."

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *